Τρίτη, Ιανουαρίου 30, 2007

Να ποιος blogger είναι ο μεγαλύτερος καραγκιόζης

Αυτός που παρασύρεται από κάτι τέτοιους τίτλους και επισκέφτεται για πρώτη φορά blogs μόνο με την υπόνοια ότι θα παρακολουθήσει ένα ακόμα σκυλοκαβγά. Και ποιος δεν το χει κάνει θα μου πείτε, εντάξει, καραγκιόζης δεν είναι απαραίτητα βαρύς χαρακτηρισμός, εμένα μ'αρέσει το θέατρο σκιων – μου θυμίζει εκείνο το τραγούδι του σφακιανάκη με τις σκιές.

Αγαπημένο επεισόδιο καραγκιόζη: «Ο καραγκιόζης στην άγρια δύση» όπου ο καραγκιόζης εμπαίζει την αργοκίνητη σκιά του Λούκι Λούκ.

(σημείωση από λεξλουθορ «πλατιάζεις χωρίς λόγο fight»)

Χτες το βράδυ σε μία κίνηση μεγαλοπρέπειας ο αγαπημένος μου φίλος Λεξ λουθορ, αυτός που μου έχει σταθεί στη ζωή μου σαν αδερφός, σα στήριγμα στις δύσκολες στιγμές, σήκωσε το ακουστικό και με πήρε τηλέφωνο. Ο ήχος της φωνής του στην άλλη άκρη της γραμμής με έκανε να τα ξεχάσω όλα.

(διόρθωση από λεξλούθορ «είπαμε ρε μλκ να λήξουμε την κόντρα, αλλά αυτά που γράφεις είναι σα γκει μελόδραμα»)

Φαντάζομαι έγινε κατανοητό ότι όσα συνέβησαν τις τελευταίες μέρες στα blogs fight back naoum και Σουξουμουξου κλπ ήταν τόσο αληθινά όσο η συνεργασία του Alice Cooper με τους αδερφούς Κατσάμπα. Όσοι παρόλαυτά δεν το καταλάβατε, μάλλον θα ανήκετε στην ομάδα των ανθρώπων που δεν έχει ποτέ αναρωτηθεί πως γίνεται ένα ζευγάρι γυαλιά και λίγο ζελέ στο μαλλί να εμποδίζουν την Λόις Λέιν από το να αντιληφθεί ότι ο superman είναι ο Κλαρκ Κεντ (έλεος μωρή ηλίθια).



Ο λόγος για το ξεκατίνιασμα, εκτός του ότι είναι καλή φαση και διασκεδαστικό, είναι γιατί αποτελούσε καλή ευκαιρία να αυξήσουμε την αναγνώσιμότητα μας και τις πιθανότητες μας κάποια στιγμή να πλουτίσουμε (only in it for the money). Τα αποτελέσματα στους trackers μας ήταν εντυπωσιακά. Ενώ η αναγνωσιμότητα μας ήταν στα επίπεδα της εκτός έδρας ευρωπαϊκής συγκομιδής βαθμών του Ολυμπιακού, κατά την διάρκεια του ξεκατινιάσματος και περισσότερο για όσο αυτό έμοιαζε αληθινό, έφτασε σε πρωτοφανή για εμάς επίπεδα. Φυσικά δεν ανακαλύψαμε την Αμερική ξαφνικά (πήραμε λάθος ναυτική γραμμή και βγήκαμε κολομβία). Ένα τρακάρισμα γίνεται στο δρόμο και μαζεύεται κόσμος να δει τι έγινε, λογικό είναι. Απλά δε μπορώ να μην αναφέρω πόση εντύπωση μου κάνει πως το καταπληκτικό κείμενο του Λεξ «Μπόμπα Χαρακίρι» δεν έφτασε ούτε στο μισό τον αριθμό των αναγνώσεων του ξεκατινιάσματος για χάρη του.



Ο απώτερος σκοπός μας ήταν να διεξάγουμε ένα κοινωνικό πείραμα. Να αποδείξουμε δηλαδή ότι ο μόνος που κέρδιζε όταν μαλώνανε οι Βενιζελικοί με τους βασιλικούς στα καφενεία ήταν ο καφετζής. Το κακό όμως είναι γευτήκαμε το μέλι και μας άρεσε. Μετά από αυτές τις δύο μέρες δυσκολευόμαστε να γυρίσουμε στους συνηθισμένους ρυθμούς μας και την αφάνεια. Έτσι σκοπεύουμε να βουτήξουμε ακόμα περισσότερο στην αναξιοπρέπεια και το καραγκιοζιλίκι.





ΥΓ. Μαρια Μενούνος γυμνη.

ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ

ΥΓ2. Η άποψη της Pietà για το όλο θέμα (έχει και άποψη τρομάρα της χοχο)

ΥΓ3.

Θα σας δείξω εγώ, θα δείτε τί θα πάθετε

Πάμε στοίχημα στα μπλογκς
-Θα εμφανιστεί ρητό οσκαρ ουάιλντ σ’αυτό το ποστ, Απόδοση 1,10
-Δε θα εμφανιστεί ρητό όσκαρ ουάιλντ σ’αυτο το ποστ, Απόδοση 4,50


Εντάξει, ας πούμε μερικές αλήθειες. Ναι λοιπόν, μισούσα πάντα το λεξ λούθορ και δεν το έκρυβα. Είχα στο παρελθόν αναλύσει και τους λόγους. Αλλά αυτό το χτεσινό του παραλήρημα και τις σημερινές του ασυναρτησίες που αγγίζουν τα όρια της γραφικότητας δεν τα περίμενα. Ισχυρίζεται κάτι απίθανα πράγματα, χωρίς στοιχεία και με μόνη βάση κάτι αναζητήσεις γκουγκλ που ίσως και ο ίδιος να έκανε.
Κύριε λούθορ σταματήστε αυτή την κατρακύλα, έχετε καταντήσει πιο γραφικός κι απο το Πήλιο.

Και μέσα σε όλη τη χτεσινή αναστάτωση με τον ακατανόμαστο, παρατήρησα διάφορες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις και σχόλια απο δήθεν «φίλους».
Κατ αρχάς είναι υπεράνω σχολιασμού και σοβαρής αντιμετώπισης η στάση του Motorcycle boy που γράφει σε μένα:

Καλά του τα λες Fightback. Από την αρχή που τον είχα δει, είχα καταλάβει τι ποταπό σκουλήκι είναι, από κάτι τέτοιους έχει πέσει το επίπεδο της μπλογκόσφαιρας!

Και

Η γνώμη μου είναι Fight back πως δεν αξίζει τον κόπο να ξαναεπισκεφτείς το μπλογκ αυτού του θλιβερού τύπου. Όχι τίποτα άλλο -του δίνεις και τζάμπα δημοτικότητα.

Και την ίδια ώρα κάνει τα ίδια σχόλια στον κατάπτυστο, αλλάζοντας απλά τα ονόματα. Διαλέξτε κύριε
Which side are you on, motorcycle boy, which side are you ooooon

H blogger με όνομα ζαρζαβατικού, το κολοκύθι έδειξε προς τα πού κλίνει σε αυτή τη διαμάχη με το σχόλιο της εδώ

Ρίχνω άλλο ένα σχόλιο γιατί ο άλλος έχει μαζέψει πολλά και θα σε φάει λάχανο.

Της αναγνωρίζω κάποια ελαφρυντικά παρόλαυτα, μάλλον είναι της λογικής Όσκαρ Ουάιλντ πως «θέλει ιδιαίτερη προσοχή η επιλογή των εχθρών σου».

Θα κλείσω με τον απόλυτο διάλογο προδοσίας. Το ντουέτο των μπλογκο πάρτι άνιμαλς Misirlou Oubliez και Argyrenia πιάσανε παρεάκι στο msn και οι ατάκες τους είναι πισώπλατες μαχαιριές

Ο χρήστης Misirlou λέει:
Ρε είδες το σκηνικό με λεξ και φαητ
O χρήστης Argyrenia λέει:
Μπα, δε διαβαζω το φαητ, μου τη σπαει
Ο χρήστης Misirlou λέει:
Ε ναι κι εγώ απο το λινκ του λεξ πήγα
O χρήστης Argyrenia λέει:
Μισο λεπτούλι καλή μου να κοιτάξω..
O χρήστης Argyrenia λέει:
Πωπω πολύ καραγκιόζης ο φαητ
Ο χρήστης Misirlou λέει:
Ε ναι μωρε, νούμερο
O χρήστης Argyrenia λέει:
Ψοναρα μεγάλη

Τα αφήνω στην κρίση σας. Να θυμίσω όμως στην όψιμη θαυμάστρια του ακατανόμαστου, τη μισιρλού πως κι αυτή ισχυριζόταν πως τον μισούσε παλιά. Και απλά να πω στην δεσποινίδα αργυρένια πως γράφεται Ψωνάρα. Με ω. Όχι ο. Αγράμματη.


Υγ. Numb παλιοκάθαρμα νόμιζες πως θα γλυτώσεις? Δηλαδή τι θέλεις να μας πεις ναμπ με αυτό σου το σχόλιο, οτι έιμαστε σικέ, ότι σύντομα, ίσως και μέχρι το απόγευμα θα έχουμε κάνει ποστ που θα είμαστε φιλαράκια, αυτό εννοείς?
ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ

Δευτέρα, Ιανουαρίου 29, 2007

Φωνάζει ο κλέφτης

Το να απαντάς σε κάποιον που λέει ανοησίες, είναι σα να βλέπεις το χειρότερο εχθρό σου να πνίγεται σε κινούμενη άμμο και να του επιτίθεσαι με μαχαίρι.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως ο κύριος που λέει τις ανοησίες προκαλεί. Λέγοντας Fight Back This, δε μου αφήνει περιθώριο παρα να βουτήξω στο βούρκο του πνευματικού του επιπέδου. Το έβρισκα πάντα εκνευριστικό να έρχεται κάποιος να σε σηκώνει απο τη θέση σου με το ζόρι να χορέψεις ενώ εσύ δεν το θέλεις καθόλου. Παρόλαυτα και παρότι είμαι αδέξιος χορευτής, όταν με σηκώνουν, πρέπει να χορέψω. Κι αυτο το χορό Κυριε Λουθορ θα τον χορέψω.


Οποία αχαριστία αυτού του ατόμου!
Όπως φαίνεται έκανα το λάθος να αφιερώσω λίγο χρόνο να διαβάσω το κείμενο του, μπόμπα χαρακίρι και να κάνω ένα ποιήμα του οποίου σκοπός προφανώς δεν ήταν να ανταγωνιστεί ή να συγκριθεί με το κείμενο, αλλά να λειτουργήσει ως αναφορά σε αυτό. Να καλύψει βέβαια τις (αμέτρητες) ατέλειες, να αποφύγει τον εύκολο εντυπωσιασμό (χαρακτηριστικό του κυρίου) και να παρουσιαστεί ως ποιήμα και όχι ως εξοντωτικό κείμενο σεντόνι. Αναφέρει λοιπόν ο εν λόγω κύριος στο σημερινό του λίβελλο πως

Βέβαια όχι μόνο δεν ρώτησε πριν το κάνει, αλλά χρησιμοποίησε τον ίδιο τίτλο και αυτούσιες προτάσεις από το «Μπόμπα Χαρακίρι» για να συνθέσει το –ο θεός να το κάνει- ποίημα του.
Γιατί όμως δεν ανέφερε πουθενά την πηγή;

Φωνάζει ο κλέφτης λοιπόν και ας του θυμίσω κάποιες γραμμές απο ένα παλιότερο ποστ του:

Για να ξεκαθαριζόμαστε από την αρχή αυτό το άρθρο δεν είναι δικό μου. Το διάβασα κάπου και μου άρεσε. Αποφάσισα να το αντιγράψω και να το υποβάλλω εδώ. Το θέμα είναι ότι θέλω να περάσει ως δικό μου. Ζήλεψα τον τρόπο έκφρασης και την ιδέα του πραγματικού συγγραφέα.


ΦΩΝΑΖΕΙ Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ρε παιδιά, αυτό είναι που με εκνευρίζει πιο πολύ. Αυτός που έκανε ντεμπούτο στο μπλογκ του με κλοπή, επικαλείται αναφορά σε πηγές και θίγεται. Έχει ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς όλο το «κλεμμένο του άρθρο» για να καταλάβει περι τίνος τελικά πρόκειται. Γράφει λοιπόν παρακάτω

Θέλω 17χρονα κοριτσάκια να με κοιτάζουν στα μάτια με θαυμασμό, Θέλω τους παπάρατσι να κρύβονται έξω από το σπίτι μου, θέλω την Τατιάνα να κάνει αποκλειστική συνέντευξη στον μανάβη μου , θέλω την εσπρέσσο να γράφει για το εξώγαμο μου με την Ζωζώ Σαπουτζάκη. Ας είναι όμως , συμβιβάζομαι και με λιγότερα. Θέλω απλώς να είμαι κάποιος . Κάποιος άλλος όχι εγώ.

Γιαυτό λοιπόν έγινε όλος ο θόρυβος από τον κύριο Λούθορ και μάλιστα σε αυτό το χρονικό σημείο. Ζηλεύει που ένα δικό μου ποστ δημοσιεύτηκε χτες σε εφημερίδα με ένθετο για τα μπλογκς, ενώ τα δικά του ανυπόληπτα κειμενάκια πλατσουρίζουν στα ρηχά νερά της αφάνειας. Λυπηθείτε τον κύριοι, εκδότες και συντάκτες της εφημερίδας. Μεγαλώστε το μέγεθος της εφημερίδας, κάντε το σαν το Φίλαθλο και αφιερώστε δύο σελίδες από τον χώρο σας σε ένα από τα σεντόνια του κυρίου Λούθορ, θα του προσφέρετε μεγάλη χαρά – θα αγοράσει 10 αντίτυπα και θα τα χαρίσει σε αυτούς που διαβάζουν τα κείμενα του. Μάλλον θα του περισσέψουν και μερικά..

Όσον αφορά τα αιχρά του – αντίστοιχα του ήθους του και της παιδείας του – ποιηματάκια και τις παιδαριώδεις του αναλύσεις για το ποστ μου, θα επανέλθω αύριο με περισσότερα ράματα για τη γούνα του.

Κυριακή, Ιανουαρίου 28, 2007

Μπόμπα χαρακίρι

Παίξε μικρε,

σ’αυτη τη μπόμπα χαρακίρι,
υπάρχει μόνη επιλογή σου να ρισκάρεις.

Κοιτάς τα πρόσωπα που σπάσαν απο ένταση
και το ένστικτο σου σου φωνάζει,
να κερδίσεις
ή και να χάσεις χοντρα – δε θα ναι η πρώτη φορά.
Τη ζεις την πόκα καθημερινά.

Βλέπουν κι οι αλλοι
στο πρόσωπο σου το γδαρμένο απο αγωνία
τη θέληση να παιξεις ρεστα,

ρέστα τη γδαρμένη σου ζωή.



Παιξε μεγάλε.
Όσο χοντραίνει το παιχνίδι
μοιάζεις σα να ’χασες τον έλεγχο
και δεν υπάρχει επιστροφή
μάζεψε όση έχεις αντοχή
να σαι έτοιμος για το χειρότερο.

Αφού το θες - παίξε τα ρέστα σου
σα να μην είχες ρέστα ποτε
σα να χεις μείνει ρέστος πολλές φορές
σα να υπήρξανε φορές
που είχες στ’ αλήθεια επιλόγες.


Κι αν καταστρέψει η ζωη
τελικά, το καρέ σου με φλος,
πιες μια γουλιά απ το ουίσκι σου,
κλείσε τα μάτια
και ζορίσου να πιστέψεις,
πόσο το ήθελες να παίξεις

Σε κοιτούν
στη γωνιά
και γελούν

Να αυτός
που περνιότανε
για κυνικός

Βιαστικός
πας στην Άννα σου

Τα ’χασες όλα
γαμώ την πουτάνα σου.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 25, 2007

χταπόδι

Εναλλακτικός τίτλος «ένα κείμενο που τα σπάει»
.
Δεύτερος εναλλακτικός τίτλος "Fuck blog orientations"
.
Η Σταχτοπούτα ήταν ζώο γλοιώδες με πόδια οχτώ και γοβάκια χιλιάδες. Όταν καθόταν σταυροπόδι μάγευε τους πρίγκιπες και κόλαζε τους κολασμένους. Ήταν στ' αλήθεια υπηρέτρια και καταπιεσμένη μα ήταν για τις θετές αδελφές της πρότυπο φιλοδοξίας και εξέλιξης. Η σκλάβα αυτή παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα επιτυχούς σταδιοδρομίας. Φρόντιζε επιμελώς την επιδερμίδα της και ενίοτε τύλιγε κάποιον φαντασμένο γαλαζοαίματο, όπως ακριβώς ενώνουν ένα ζευγάρι οι χειροπέδες του γάμου και όπως δένεται μια μπομπονιέρα με το κοτσάνι ενός τριαντάφυλλου. Τις νύχτες παραμιλούσε γιατί μπροστά της εμφανιζότανε μία νεράιδα, πρόσωπο μαγικά ασυνήθιστο μα συνάμα καθημερινό, που της δίδασκε ότι γίνεται η κολοκύθα άμαξα, η δούλα πριγκίπισσα, το έντομο νεράιδα, εφόσον το πιστέψει. Με έναν ανατρεπτικό χτύπο του ρολογιού, το παραμύθι τελειώνει με την πιο ευτυχή κατάληξη.

Μα το παιδικό παραμύθι άφησε τις αποχρώσεις του στη ζωή. Κανείς δε θέλει την κολοκύθα εκτός αν γίνει κάποτε άμαξα. Τα έντομα πιστεύουν ότι είναι νεράιδες. Οι πρίγκιπες ονειρεύονται ότι μέσα απ' τις στάχτες ανασύρουν μια οπτασία. Οι έκφυλοι εκστασιάζονται με το χώρισμα των πλοκαμιών ενός χταποδιού. Ακόμα και η πριγκίπισσα η ίδια φαντασιώνεται ότι υπήρξε ταπεινή δούλα. Και τελικά όλοι δένουν την μπομπονιέρα των γάμων τους με το κοτσάνι ενός λουλουδιού φιλοδοξώντας πως θα αλλάξει κάποτε σε λευκή μεταξωτή κορδέλα.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 24, 2007

Ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ «ΤΑ ΣΠΑΕΙ»

Απόπειρα για φράση-παράγραφο.
Η καθολικότητα της χρήσης της έκφρασης «τα σπάει» συνίσταται στο ότι κάποιος για παράδειγμα μπορεί να πει «οι Dreamtheater τα σπάνε» και ένας άλλος «το καινούργιο του Πλούταρχου τα σπάει» κι ενώ εννοούν διαφορετικά πράγματα, έχουν εντελώς διαφορετικό μουσικό και ίσως πολιτισμικό προσανατολισμό και ενδεχομένως ακόμα ακόμα και αντίθετη προσέγγιση για τα πράγματα, να αποκομίσουν την ίδια ικανοποίηση απο την καταπληκτική αυτή έκφραση «τα σπάει».
Μπορώ και καλύτερα.

Δεύτερη απόπειρα για μεγαλύτερη φράση-παράγραφο.
Αποτελεί αντικείμενο κοινωνιολογικής έρευνας πώς μία απλή έκφραση, μπορεί να ενώσει ετερόκλητα στοιχεία μιας κοινωνίας και να τους παρακινήσει να παραμερίσουν τις διαφορές και να βρουν τα κοινά τους στοιχεία, με λίγα λόγια να τα σπάσουν.
Απόπειρα αποτυχημένη.

Μία καλύτερη απόπειρα για φράση-παράγραφο γίγας.
Όλο και περισσότεροι νέοι σήμερα, ασχέτως κοινωνικής ή οικονομικής κατάστασης, αποφασίζουν να εντάσσουν την έκφραση «τα σπάει» στο καθημερινό λεξιλόγιο τους, αφού διαπιστώνουν πως τα αποτελέσματα της χρήσης της σε μία παρέα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά και εξασφαλίζουν δημοφιλία και επιτυχίες στο αντίθετο φύλο, ενώ δεν είναι λίγοι και οι μεγαλύτεροι ηλικιακά που χρησιμοποιούν την εν λόγω έκφραση, όχι μόνο γιατί πιστεύουν οτι κάτι τέτοιο θα τους φέρει πιο κοντά στους νέους, είτε πρόκειται για τα παιδιά τους είτε για νεότερους φίλους και ερωτικούς συντρόφους, αλλά και γιατί η απήχηση της φράσης αυτής είναι ολοένα και μεγαλύτερη και στις προχωρημένες ηλικίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το γηροκομείο Νέας Ιωνίας όπου άντρας 99 ετών έγραψε τη μουσική και τους στίχους για τον ύμνο της χορωδίας ΚΑΠΗ Ν.Ιωνίας με τίτλο «Ελάτε να τα σπάσουμε» με κεντρικό θέμα το ρητό του Όσκαρ Ουάιλντ ότι «η τραγωδία των γηρατειών δεν είναι οτι έισαι γέρος, αλλά ότι νιώθεις ακόμα νέος».

Μάλιστα σε μία αποστροφή του λόγου, ο κύριος Τάσος έδωσε μία νέα ώθηση στην έκφραση παραφράζοντας την ως «τα σπάζει» και παρότι αυτή η παράφραση δεν έχει ακουστεί αρκετά ακόμα, εκτιμάται ότι ίσως είναι υπόβαθρο για τη διάδοχη κατάσταση. Πάντως στη συνεχώς αυξανόμενη αγωνία για την αντικατάσταση της έκφρασης «τα σπάει» άπο κάποια άλλη, όταν αυτή θα κορεστεί, παραδείγματα απο το παρελθόν δείχνουν οτι αυτά τα πράγματα προκύπτουν αναπάντεχα και εντελώς out of the blue.

Τρίτη, Ιανουαρίου 23, 2007

Η καλύτερη αναζήτηση στο google εβερ!


(εναλλακτικός τίτλος: η πιο πλήρης και ολοκληρωμένη έρευνα αυτή τη στιγμή για τη σωστή χρησιμοποίηση της έκφρασης «τα σπάει»)

Τρώω κάτι κολλήματα ώρες ώρες. Τον τελευταίο καιρό μου έχει κολλήσει η έκφραση «τα σπάει». Απλό παράδειγμα για τη χρήση του ενδιαφέρον* αυτού νεοτερισμού.

«Μάνα, το παστίτσιο τα σπάει σημερα»

Αποτέλεσμα της επανάληψης της φράσης αυτής ήταν να πιάσω τον εαυτό μου προχτές στη δουλειά μετά απο μία εξαιρετικά δύσκολη συμφωνία να μονολογεί «καλα μιλάμε τα έχω σπάσει άσχημα ετσι?»

Πράγμα πολύ ανησυχητικό. Επόμενο βήμα είναι να πω στο αφεντικό οτι η εταιρεία τα σπάει. Και καλά να πουλάγαμε καρυοθραύστες, να του το πουλήσω και σα διαφημιστικό σλόγαν, αλλά στην παρούσα φάση δε νομίζω οτι θα το εκτιμούσε.. Είναι και πολύ συντηρητικός τύπος της θεωρίας και της διδαχής το αφεντικό που είναι σίγουρο οτι μετά θα ακούω κήρυγμα για πολλή ώρα.
Βέβαια σε περίπτωση που το αφεντικό με στριμώξει – αυτό τώρα είναι συμβουλή προς όσους βρεθούν ποτέ σε δύσκολη θέση – έχω έτοιμο κι ενα plan b.

Αυτή την εναλλακτική πρέπει να την έχεις επεξεργαστεί απο καιρό και απλά να την κρατάς σαν άσσο στο μανίκι. Γιατί όταν έρθει η ώρα αδερφέ και σε στριμώξει το αφεντικό στη γωνία, τότε να σε δω άμα θα μπορείς να βρεις πλαν μπι.

Το δικό μου plan b είναι πολύ απλό και βασίζεται στον αιφνιδιασμό. Εκεί δηλαδή που έχω κάνει τη χοντρή μαλακία και μου τα χώνουν πολύ άσχημα και κανονικά δεν έχω απάντηση, προβαίνω στην αποκάλυψη που συγκλονίζει.

Τους αποκαλύπτω κάτι καταπληκτικό. Όπως ότι οι στίχοι του εθνικού ύμνου και της φραγκοσυριανής μπορούν να τραγουδηθούν οι μεν αντι των δε και το αντίστροφο. Με την αποκάλυψη μου αυτή αποσυντονίζεται το σύμπαν και καταλήγουμε να χτυπάω παλαμάκια στο αφεντικό που χορεύει σε σκοπό φραγκοσυριανής

"Σε γνωρίζω απο την κόψη του σπαθιού την τρόμερη,
Σε γνωρίιιιζω απόοο την όψη που με βια μετράει τη γή
Σε γνωρίιιιζω απόοο την όψη που με βια μετράει τη γήηη"


"Παίξε την παλι σαμ, παίξε τη φραγκοσυριανή"


Ξέφυγα απο το θέμα του τίτλου. Η καλύτερη αναζήτηση όλων των εποχών, πραγματικά τα σπάει. Μου αποκάλυψε το tracker οτι τη Δευτέρα 22/01/2007 στις 12:15 κάποιος έφτασε στο μπλογκ αυτό κάνοντας αναζήτηση στο google «Δαχτυλίδι με διαμάντι φτηνό». Δηλαδή εντάξει, τι να λέμε. Περνάνε τόσες εικόνες και πιθανές ιστορίες στο μυαλό μου που αποσύρομαι στα ιδιαίτερα δωμάτια μου για περισυλλογή και ανασυγκρότηση.

*επίτηδες λάθος

Δευτέρα, Ιανουαρίου 22, 2007

Μια πιο πλήρης έρευνα για την ακριβή και σωστή χρησιμοποίηση της έκφρασης «τα σπάει» ως το απόλυτο εργαλείο διασκέδασης

Έρευνες βασισμένες σε αρκετά αντιπροσωπευτικό και μεγάλο στατιστικό δείγμα με τη μέθοδο των ξαφνικών ερωτήσεων νυχτερινές ώρες στις περιοχές Μεταξουργείου, Λ.Συγγρού, Σόλωνος, Γιαννιτσών και πίσω από το λιμεναρχείο Κέρκυρας δίπλα από την πιάτσα ταξί, δείχνουν πως η ικανοποίηση απο την έκφραση «τα σπάει» είναι ανάλογη της συχνότητας χρήσης της. Αν σε μια παρέα σε συζήτηση δύο ωρών, ακουστεί μόνο μια φορά η έκφραση «τα σπάει», τότε θα περάσει απαρατήρητη και συνέπεια αυτού θα είναι η παρέα να μην διασκεδάσει, να επικρατεί νευρικότητα και ενδεχομένως και κάποιοι να τσακωθούν και να μην ξαναμιλήσουν ποτέ ξανα αναμετάξυ των.
Αντιθέτως μια παρέα που χρησιμοποιεί την έκφραση «τα σπάει» με εξευτελιστική συχνότητα, παρότι μπορεί να θεωρηθεί και αυτιστική παρέα, έχει εγγυημένο γέλιο και μακροημερία.

«Ρε σεις, είδα χτες μια ταινία που τα έσπαγε»
«Ποιά λες, μία περιπέτεια στο Μέγα? Τα ‘σπασε»
«Τώρα που το λέτε παιδιά έχω μια ιδέα για σήριαλ στην τηλεόραση που τα σπάει»
«Σήμερα θα πάω γυμναστήριο και θα τα σπάσω»
«Ρε σεις ο φραπέ σ'αυτό το μαγαζί τα σπάει ή είναι ιδέα μου?»
«Πάντως ο καπουτσίνο που πήρα εγώ ούτε καν πλησίασε στο να τα σπάσει»

Βεβαίως η λανθασμένη χρήση της φράσης μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα για αυτόν που θα υποπέσει σ’αυτό το σφάλμα και πιθανότερο είναι να στιγματιστεί και να περιθωριοποιηθεί. Σε πιο ακραίες περιπτώσεις, αγανακτισμένοι πολίτες-οπαδοί της εν λόγω έκφρασης ρίχνουν φατούρο και κάνουν κωλονάτο σε αυτόν που θα υποβαθμίσει εσκεμμένα και με δόλο την έκφραση.

Κυριακή, Ιανουαρίου 21, 2007

Έρευνα για την ακριβή χρήση της έκφρασης «τα σπάει»

Εντάξει τί έρευνα, μαλακίες, βασικά ένα παράδειγμα όπως το παρακάτω άμα ακούσεις, έχεις καταλάβει πώς να τη χρησιμοποιήσεις

«Πώπω παιδιά, το paparise this τα σπάει»

p.s Κι αν έχουμε καταντήσει και spam, μάλλον είναι γιατί τα σπάμ’

Τετάρτη, Ιανουαρίου 17, 2007

Ταϋγέτη

Τράβηξε το ξύλινο συρτάρι με προσοχή, με μία αργή, συνεχόμενη κίνηση. Hθελε να ακούσει τον ήχο του ξύλου που τριβεται, το σύρσιμο μέχρι να φτάσει στο χώρισμα, να κάνει ένα τακ και να σταματήσει.

Όλοι μας θέλουμε να συνδέουμε την επιστροφή στο παρελθόν με κάποιο αίσθημα. Όπως όταν τρώς με κλειστά μάτια μια κουταλιά μαρμελάδα, μήπως θυμηθείς τη μητέρα με την ποδιά της στην κουζίνα ή όπως όταν σταυρώνεις τα γόνατα μπροστά στον καθρέφτη σα να υποκλίθηκες, μήπως επιστρέψει το ρίγος της επιδοκιμασίας ενος κοινού που παραληρεί για σένα.

Και τον αγαπημένο γι’αυτήν, ήχο της φθοράς του ξύλου, διαδεχόταν το θρόισμα των χαρτιών καθώς αυτά μπλέκονταν με τα δάκτυλα και καθώς διάλεγε ξανά τις τρεις αυτές φωτογραφίες.

Στην πρώτη εκείνος ο νεαρός ηθοποιός. Στεκόταν δίπλα της και την κοίταγε με θαυμασμό. Αυτή έσκυβε το κεφάλι και χαμογελούσε όταν της έλεγε πως είναι όμορφη και γλυκιά, οχι γιατί ντρεπόταν ή ήθελε να κάνει κάποιο γυναικείο σκέρτσο, αλλά γιατί δεν ήξερε να αντιμετωπίσει την ειλικρίνεια του νεαρού. Στην φωτογραφία αυτή, έχει ξεπεράσει κάθε όριο θράσους του και της έχει αρπάξει το χέρι και το κρατάει μέσα στα δικα του.

Η άλλη φωτογραφία είναι πόνου. 10 γυναίκες δίπλα στο χαντάκι και δίπλα τους στρατιώτες. Αυτή δεν κοιτάει το φακό, σχεδόν δε φαίνεται το μισό πρόσωπο της, το μαυρισμένο της μάτι δηλαδη και το κομμένο της μάγουλο. Φωτογραφία ψυχικής δύναμης. Το κομμάτι που κρύφτηκε από την αιωνιότητα είχε πόνο, εξευτελισμό, απορία. Έμεινε μόνο αυτό το περήφανο να της θυμίζει την αντίσταση, την αξιοπρέπεια, τη δύναμη.

Τελευταία φωτογραφία. Καλλιτεχνική. Για τις μαρκίζες των θεάτρων και για τις στήλες των περιοδικών. Προσεγμένη πόζα και φωτισμός. Ώστε να αφήνει το θέμα της ομορφιάς, ή της ασχήμιας, στο υποκειμενικό του καθενός. Αστεία μα και μελαγχολική. Γλυκιά, ή μήπως στριφνή; Άσχημη, όμως με τρόπο γοητευτικό.


Καθισμένη με την πλάτη στον καθρέφτη του δωματίου, η Ταυγέτη χτένισε τα μαλλιά της. Μέσα εδώ, σε αυτό το άδειο δωμάτιο, δεν ήταν αμήχανα ερωτευμένη, δεν ήταν ηρωίδα, ούτε καν μια ντίβα, ήταν αυτό που είμαστε όλοι όταν μένουμε μόνοι. Ο εαυτός της. Και με ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο ευτυχίας, έμοιαζε να απολαμβάνει την τελετουργία των μηχανικών κινήσεων της προετοιμασίας της για να βγει στην αγορά για ψώνια. Άνοιξε τη ντουλάπα και διάλεξε ένα πράσινο φαρδύ φόρεμα, έβαλε τα άνετα της παπούτσια και για μια στιγμή μου φάνηκε πως χαμογελώντας έκλεισε το μάτι στην κλειδαρότρυπα του χωροχρόνου απ’όπου την παρακολουθώ.

Άνοιξε την πόρτα και βγήκε έξω. Τα παιδιά της γειτονιάς την είδαν και τρέξανε να πέσουν στην ποδιά της.

---------------------------------------------------------------


*Η ιστορία είναι απολύτως φανταστική, ουδεμία σχέση έχει με πραγματικά γεγονότα απο τη ζωή της Ταϋγέτης Μπασούρη και γράφτηκε με απόλυτο σεβασμό στη μνήμη της.
Αφιερωμένο στη Σοφία που το ζήτησε.

Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2007

Μεγάλη απόφαση

Τις τελευταίες μέρες βρίσκομαι μπροστά σε μία μεγάλη απόφαση. Οι γονείς μου προσπαθούν να μου κάνουν προξενιό με κόρη – γόνο μεγάλης εφοπλιστικής οικογένειας κι εγώ το σκέφτομαι, είμαι σε δίλημμα. Εντάξει, αν εξαιρέσεις το αγελαδίσιο βλέμμα της, είναι τίμιο γκομενάκι, αλλά απο την άλλη είναι και πολλά τα εκατομμύρια και δε ξέρω πως να τα κουμαντάρω.

Ξύπνημα στις 9 για πρωινό στην πισίνα, μετά να το παίξω 2-3 ώρες αφεντικό στην εταιρεία που θα μου χαρίσουν, καμιά συνέντευξη σε λαιφστάιλ περιοδικό, γεύμα savoir vivre σε υπερπολυτελές εστιατόριο και μετά τέννις με τον άσπονδο φίλο της αντίπαλης οικογένειας.

Δύσκολη ζωή, συν ότι έχω και tennis elbow.


Μα εγω φανταζόμουν τα επίκαιρα της εποχής του 70 «Με καρφωτή κεφαλιά ο ποδοσφαιριστής του παναθηναικού Αντωνιάδης έγραψε το 0-1 σημειώνοντας το 9ο του τερμα, 9 λεπτά πριν το τέλος, 9 η ώρα, 9 του μηνός, στο 9ο του παιχνίδι φορώντας τη φανέλα με το 9.»

Και μετά είδα το τρελό κοριτσάκι να γελάει πετώντας μου βατόμουρα και το τζέρι άντερσον να τρεκλίζει στο δρόμο, ενώ ο allen le fang χορευε τάρλετον (χωρις σίγμα) με την ιρένα πάβλοβιτς. (αν δεν εχετε ιδέα για τι μιλάω σημαίνει οτι δεν έχετε διαβάσει το paparise this, κακώς, πολύ κακώς)



Διάολε, τελείωσε το ποστ και δεν έβαλα μέσα ούτε ένα επίκαιρο αστειάκι για τη μαρία την άσχημη..(δεν τη λενε μαρια)

Πέμπτη, Ιανουαρίου 11, 2007

Μικρή Πολίχνη

Μια κοπέλα περιμένει κάθε φθινόπωρο μια ευχετήρια κάρτα. Έρχεται ξανά ο ταχυδρόμος με άδεια χέρια κι αυτή τον χαϊδεύει και του κλέβει από την τσάντα ένα ξένο γράμμα. Ένα γράμμα που γράφτηκε από έναν άγνωστο για την αγαπημένη του. Της έλεγε γλυκιά μου είναι βάσανο όπως φεύγουνε οι μέρες να φεύγει από πάνω μου και το στερνό άγγιγμα σου. Συγχώρα με μα δε μπορώ να γυρίσω κοντά σου. Γιατί δε νοσταλγώ πλέον την αύρα των μαλλιών σου και το μέλι των χειλιών σου. Καλύτερα να μη σου ξαναγράψω. Με τον πόνο μιας άλλης στο στήθος τράβηξε την κουρτίνα της μονοτονίας και πίστεψε πως είδε στο χώμα τον υποτιθέμενο άντρα της να κάνει έρωτα με μια άλλη γυναίκα.

Το επόμενο φθινόπωρο η κοπέλα με το γερασμένο βλέμμα υποδέχτηκε τον ταχυδρόμο με κρυφές ελπίδες και τράβηξε ένα γράμμα από την τσάντα του που έλεγε αγαπημένη μου είναι η τελευταία φορά που σου γράφω. Όσο κι αν πονάω που στο λεω, η σχέση μας μόνο δυστυχία μου χαρίζει. Έχοντας ξανακλέψει την πίκρα μιας ξένης, σκούπισε τα μάταια δάκρυα της, κι έξω απ’ το παράθυρο της είδε τα μελλοντικά παιδιά της να κόβουν λασπωμένα και ιδρωμένα το λαιμό ενός κύκνου.

Το τελευταίο φθινόπωρο η γερασμένη κοπέλα με το αδιάφορο βλέμμα σκότωσε τον ταχυδρόμο και διάβασε όλα τα γράμματα. Ούτε ένας λόγος αγάπης, ούτε μια παρένθεση παρηγοριάς, όλα τα γράμματα φέρνουν τη δυστυχία. Ένας ξαφνικός άνεμος παραμέρισε την κουρτίνα κι έξω στο απομεσήμερο κύλησαν δυο φόνοι, ο ένας έγινε από τη γυναίκα κι ο άλλος από τον ταχυδρόμο γιατί όλα τα γράμματα έφτασαν στον προορισμό τους.

Κυριακή, Ιανουαρίου 07, 2007

Επίλογος, η κατάληξη του δρ. Κατηφόρη

Εκδοχή Β.
Στάθηκε λίγο να συνηθίσει το σκοτάδι και ανέβηκε σιγά τις σκάλες. Στάθηκε ξανά πριν ανοίξει την πόρτα του υπνοδωματίου. Ήθελε να εξετάζει όλα τα ενδεχόμενα. Φαντάστηκε το δρ. Κατηφόρη όρθιο με καραμπίνα στα χέρια να τον ξαφνιάζει και να του ρίχνει, αφήνοντας ένα δύο δευτερόλεπτα κενό μέχρι ο γιατρός να συνειδητοποιήσει ποίος τον σκοτώνει. Ποιός ήτανε πιο καλά διαβασμένος και ποίος είναι αυτός που στη μονομαχία τους θα σταθεί τελικά στα πόδια του. Και άνοιξε αποφασιστικά την πόρτα, γνωρίζοντας πως θα ήτανε αυτός ο νικητής.


Δεν υπάρχουν όμως σ'αυτή την ιστορία δεύτερες εκδοχές. Γιατί οι ήρωες της κοιτάνε κατάματα τη ζωή, κοιτάνε κατάματα το πεπρωμένο τους και το δέχονται χωρίς θριάμβους και προσπάθειες εντυπωσιασμού. Ο γιατρός της Μύκονος βρήκε ακαριαίο θάνατο, η βολή του δρ. Κατηφόρη διέλυσε το καμένο σώμα του, προσφέροντας του λύτρωση απο το βάσανο του και προσφέροντας σε όλους εμας ανακούφιση αφού διέλυσε και την φρικιαστική του εικόνα, θα τον θυμόμαστε μόνο σαν περήφανο ζεν πρεμιέρ γιατρο στις ημέρες δόξας του.

Όπως συμβαίνει όμως σ’αυτές τις περιπτώσεις ο φόνος άφησε θύτη και θύμα αλυσοδεμένους. Ο δόκτορ έζησε με τόση ένταση τη στιγμή του φόνου που ήταν βέβαιος πως άκουσε το γιατρό να του λέει «καταραμένε» πριν ξεψυχήσει, πράγμα που ήταν αδύνατο να έχει συμβεί. Για την ακρίβεια ένα είδος κατάρας είχε πέσει πάνω του απο τη στιγμή που αποκάλυψε στο νησί το μυστικό του γιατρού. Οσο θριαμβευτικά κι αν περιέφερε την ικανοποίηση του για την καταστροφή του γιατρού της μύκονος κι όσο κι αν προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του οτι σωστά τα αποκάλυψε όλα, όσο κι αν ζοριζόταν να απολαύσει την ενθρόνιση του ως νέου πρόσωπου των ημερών στο κοσμικό νησί, μέσα του δε μπορούσε να ηρεμήσει, έτρεμε την εκδίκηση του γιατρού.

Κι έτσι είχε χάσει τον ύπνο του, φοβόταν, σκεφτόταν συνεχώς τους τρόπους που πιθανόν να χτυπούσε ο γιατρός και συχνά το βάρος της ψυχολογικής πίεσης τον άφηνε να ξεσπάει σε κλάμματα μέσα στο δωμάτιο του, αγκαλιά με την καραμπίνα του, το τελευταίο μέσο άμυνας και λύτρωσης του. Απο τη στιγμή δε που ο γιατρός εξαφανίστηκε απο το νησί, ήξερε πως πρέπει να μετράει αντίστροφα μέχρι τη στιγμή της τελικής αναμέτρησης. Είχε σταματήσει να δέχεται κόσμο στο σπίτι, δεν είχε καμία διάθεση για ερωτοτροπίες με νεαρά κορίτσια και μοναχά περίμενε.
Όταν εκείνο το βράδυ άκουσε βήματα μέσα στο σπίτι και κατάλαβε ότι είχε έρθει ο γιατρός της μύκονος, σηκώθηκε απο την πολυθρόνα του και έκανε να βγει απο το δωμάτιο. Όμως είχε πετρώσει. Δε μπορούσε να κουνήσει τα πόδια του, ένιωθε να έχει παγώσει το μυαλό του και να έχει μείνει κολλημένος στο ίδιο σημείο. Δοκίμαζε να καταπιεί, προσπαθούσε να αρθρώσει κάποια λέξη ώστε να είναι προετοιμασμένος να μιλήσει στο γιατρό, μα του φαινόταν οτι θα τον βρει εκεί ασάλευτο και ανίκανο να αντιδράσει. Όμως μετά, αφού μπήκε ο γιατρός στο υπνοδωμάτιο, ήταν σαν κάποιος να τον πήρε απο το χέρι και να τον βοήθησε, σα να έγιναν όλα αυτόματα.

Το βουτηγμένο στα αίματα και σκορπισμένο μέσα στο δωμάτιο σώμα του γιατρού, σα να ανασυγκροτήθηκε μέσα στο μυαλό του δρ. Κατηφόρη. Ο φόνος του εξαφανισμένου γιατρού, έγκλημα που κανείς ποτε δε θα χρειαζόταν να μάθει, στοίχειωσε το δόκτορ και τον οδήγησε στην αυτοκαταστροφή.


Είχε αρχίσει να ξημερώνει μετά απο ένα ζεστό και πολύ ανήσυχο βράδυ για το δόκτορ Κατηφόρη. Ήταν καλοκαίρι και το νησί είχε γεμίσει απο κόσμο, είχε βρει τον κοσμοπολίτικο ρυθμό του. Παρόλαυτα ο δόκτορ είχε αλλάξει, απέφευγε τις συναναστροφές και κλεινόταν στον εαυτό του. Ξυπνώντας για πολλοστή φορά τρομαγμένος συνειδητοποίησε οτι είχε βγει ο ήλιος, θα μπορούσε πλέον να ηρεμήσει, για λίγες ώρες, μέχρι να ξανανυχτώσει και να ξαναβρεθεί αντιμέτωπος με τους εφιάλτες του. Ανασηκώθηκε ανακουφισμένος όμως αυτό που αντίκρυσε τον έκανε να καταλάβει ότι ζούσε την τελευταία μέρα της ζωής του. Δύο γυναίκες καμένες στεκόντουσαν απέναντι του, ανασαίνοντας βαριά και μετα βίας συγκρατώντας τα κορμιά τους όρθια. Ο δόκτορ ούρλιαξε απο τρόμο κρατώντας με δύναμη τα σεντόνια στα χέρια του, προσπαθώντας να πιαστεί απο κάτι πραγματικό, προσπαθώντας να ξεφύγει απο αυτό το ζωντανό εφιάλτη.
«Λύτρωσε μας» λέγανε οι γυναίκες και ένα μαύρο υγρό έτρεχε απο τα στόματα τους
«Λύτρωσε μας όπως το γιατρό»

Ουρλιάζοντας ακόμα απο τρόμο και αηδία ο δρ. Κατηφόρης πήδηξε απο το κρεβάτι του και άρπαξε την καραμπίνα. Πυροβολούσε ασταμάτητα προς τις καμένες γυναίκες ώσπου διαλύθηκαν εντελώς. Έπεσε στα γόνατα και αναρωτιόταν τί του συνέβαινε. Οι περαστικοί που άκουσαν τους πυροβολισμούς, χτυπούσαν κάτω το κουδούνι και βαράγανε την πόρτα με δύναμη. Μέσα στο μυαλό του δόκτορ κατηφόρη, ηχούσε σα χτύπημα το σαρκαστικό γέλιο του γιατρού της μύκονος.

Ένας τελευταίος πυροβολισμός επέβαλε την ησυχία. Οριστικά.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 03, 2007

Η εκδίκηση του γιατρού

Η κατανόηση των φαινομένων και η ανάλυση των αιτιών που οδήγησαν σε μια κατάσταση, μπορεί να έχει και τα αντίθετα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα. Ο συνεχής στροβιλισμός γύρω από ερωτήματα χωρίς λύση, γύρω από στιγμές και αποφάσεις του παρελθόντος που πήραν λάθος τροπή, είναι διαδικασία αδιέξοδη, που μόνο ψυχολογική φόρτιση επιφέρει, ιδίως όταν αυτές οι μικρές στιγμές του παρελθόντος έχουν αλλάξει τόσο τη ζωή κάποιου, με τέτοιο άσχημο και μη αναστρέψιμο τρόπο όπως του γιατρού της μύκονος.
Ο φόβος για την αντιμετώπιση που θα έχει από την κοινωνία του νησιού, ο δισταγμός της τελευταίας στιγμής πριν ανοίξει την πόρτα να βγει έξω, που πάντα τον έκανε να γονατίζει στο χερούλι και να κλαίει σπαρακτικά και η αγωνία για την αποδοχή που θα είχε από τους πρώην «φίλους», του δημιουργούσαν εσωτερική φθορά, ανάλογη της εξωτερικής, της σωματικής των εγκαυμάτων.
Ώσπου κάποιο πρωί, έφτασε στην πόρτα, έπιασε αποφασιστικά τη λαβή και μετά γίνανε όλα έυκολα. Βγήκε στο δρόμο και όλοι οι φόβοι του διαλύθηκαν. Τα βλέμματα του κόσμου που αρχικά ήταν αποστροφής και αηδίας και μετά οίκτου, καθόλου δεν τον άγγιζαν. Τους αγνόησε όλους και συμπεριφέρθηκε φυσιολογικά στο μέτρο του δυνατού. Κανείς δεν ένιωθε άνετα μαζί του, ακόμα και οι πιο ανοιχτόκαρδοι δεν άντεχαν να προσποιούνται για πολλή ώρα πως δεν τους πειράζει το απόκοσμο παρουσιαστικό του γιατρού κι αυτή η απαίσια μυρωδιά που ανέδυε το σώμα του. Φυσικά απαλλάχτηκε από τα καθήκοντα του ως γιατρός, προσωρινά όπως συμφώνησαν, γνωρίζοντας όμως και οι άλλοι μα και αυτός πως θα ήταν αδύνατο πια να εμπνεύσει εμπιστοσύνη σε ασθενείς. Όταν συνάντησε τον Δρ. Κατηφόρη πρώτη φορά και οι δύο μίλησαν σε πολύ οικείο και ψύχραιμο τόνο. Μάλιστα ο γιατρός της μύκονος επιδεικνύοντας μεγαλοπρέπεια, τον ευχαρίστησε, γιατί όπως είπε τον απάλλαξε από τον εγκλεισμό του που γινόταν επικίνδυνος και ο δοκτορ του απάντησε πως με αυτό το γνώμονα έπραξε. Ψεύδονταν υπέροχα κι οι δύο. Συμφώνησαν πως δεν έπρεπε να χαλάσει η πολυετής λυκοφιλία τους.
Έδειχνε να έχει επανέλθει φυσιολογικά στη ζωή της μυκόνου. Έβγαινε έξω, ψώνιζε και αντάλλασε κουβέντες με τους γείτονες. Και κλεινόταν πάλι στο σπίτι του. Φυσικά δεν έλλειπαν και τα άσχημα περιστατικά. Πολλές φορές άκουγε γέλια όταν γυρνούσε την πλάτη του, πολλοί τον ειρωνεύονταν ακόμα και κατά πρόσωπο και πάντοτε τα παιδιά στις πλατείες του φώναζαν παρατσούκλια και ονόματα.

Ώσπου κάποια μέρα, ο γιατρός της μύκονος ξαφνικά εξαφανίστηκε.


Λόγω αύξησης του ενδιαφέροντος για την ιστορία του γιατρού της μύκονος, κάνουμε ένα διάλειμμα για τις απαραίτητες διαφημίσεις:

------------------------
Τυπική ελληνίδα νοικοκυρά (κοκκινομάλλα ζουμερή καλλονή) αφηγείται:
Πόσες φορές δεν αναζήτησα κάτι να περάσω ξέγνοιαστα την ώρα μου. Γυρνώντας κουρασμένη από τη δουλειά, να φορέσω κάτι αναπαυτικό, να καθίσω στην πολυθρόνα μου και να αφεθώ σε ένα όμορφο βιβλίο. Μάταια έχανα το χρόνο μου με ανούσια αισθηματικά μυθιστορήματα Ώσπου ανακάλυψα το paparise this !
Μα τι αριστούργημα είναι αυτό! Γράφουν όλοι εκεί, η misirlou, ο kabamaru και ο dr stein, ο mithrandir, ο downhill, ο τρυπια βάρκα είναι σχεδία, ο fight back και συνεχώς μεγαλώνει η λίστα.
Paparise this – σας το προτεινω ανεπιφύλακτα.
-------------------------

Επιστρέφουμε στην ιστορία όπου ο γιατρός της μύκονος ξαφνικά εξαφανίστηκε.

Για μήνες κανείς δεν τον είδε, μα και κανείς δεν τον αναζήτησε κιόλας. Για την ακρίβεια η εξαφάνιση του ήταν μία ανακούφιση για τη μικρή κοινωνία της μυκόνου. Πλησίαζαν οι καλοκαιρινοί μήνες, ο τόπος θα γέμιζε τουρίστες και θα ήταν άβολο και άσχημο για το νησί να αποκτήσει ένα καμμένο περιφερόμενο στοιχειό που θα γινόταν ατραξιόν και αντικείμενο χλευασμού.

Και μέσα στο μαύρο σκοτάδι μιας Τετάρτης γύρω στις 4 το βράδυ, όταν όλο το νησί είχε ησυχάσει, ο γιατρός ξεπρόβαλε από την πόρτα του. Κινήθηκε διακριτικά μέσα στις σκιές και κατευθύνθηκε προς το σπίτι του δρ. Κατηφόρη. Τόσο καιρό είχε αποφασίσει να τον δολοφονήσει. Με οποιοδήποτε κόστος και οποιοδήποτε τίμημα.
Ήταν το μόνο που τον ένοιαζε, το μόνο πράγμα που του είχε απομείνει να τον κρατάει στην καθημερότητα, ο μόνος του στόχος πια. Η ησυχία της νύχτας δε θα έσπαγε, ο γιατρός θα έπιανε σφιχτά το λαιμό του κατηφόρη και θα του κάρφωνε στο κεφάλι μία ένεση. Και θα σπαρταρούσε για κάποια εφιαλτικά δευτερόλεπτα πριν πεθάνει ήσυχα και απλά. Δεν αποσκοπούσε σε βασανιστικό θάνατο ο γιατρός της μύκονος. Τον ένοιαζε μόνο αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα, ο κατηφόρης να δει το πρόσωπο του, να καταλάβει ποιος τον σκότωσε, να ξέρει ότι τον εκδικήθηκε.

Γλύστρησε μέσα στο γνώριμο σαλόνι του πρώην έμπιστου φίλου του από το δυτικό παράθυρο. Στάθηκε λίγο να συνηθίσει το σκοτάδι και ανέβηκε σιγά τις σκάλες. Στάθηκε ξανά πριν ανοίξει την πόρτα του υπνοδωματίου. Αφουγκράστηκε την ανάσα του δρ. Κατηφόρη. Ήταν μόνος όπως κάθε Τετάρτη, παλιά του συνήθεια να μην δέχεται κοπέλες αυτή τη μέρα. Έστριψε προσεκτικά το πόμολο και άνοιξε την πόρτα χωρίς τον παραμικρό θόρυβο. Πίεσε τη σύριγγα να στάξουνε δύο σταγόνες και πήρε βαθιά ανάσα. Έκλεισε την πόρτα πίσω του μα προς έκπληξη του το φως του δωματίου άνοιξε. Γύρισε και είδε τον δρ. Κατηφόρη να τον περιμένει όρθιος με μια καραμπίνα στα χέρια.
“Σε περίμενα καιρό” είπε ο δρ. Κατηφόρης και καθώς ο γιατρός της μύκονος βρέθηκε κολλημένος στην πόρτα με τα μυαλά του και το αίμα του σκορπισμένο παντού τριγύρω, προσπάθουσε να συνειδητοποιήσει αν πρόλαβε να ακούσει τον ξερό και δυνατό ήχο του πυροβολισμού ή αν ο θάνατος του, ήταν αυτό που λέμε ακαριαίος.