Τρίτη, Απριλίου 13, 2010

Αδικαιολόγητη απόσταση

Η εκκλησία έχει γεμίσει, ο παπάς ψέλνει και τα κεφάλια είναι κυρίως σκυφτά αφού πρόκειται για κηδεία. Έχει πολύ κόσμο, περισσότερο από όσο μπορούσα να φανταστώ, οι περισσότεροι έχουν στριμωχτεί μέσα στο ναό κι όσοι δε χωράνε σχηματίζουν ουρά που φτάνει μέχρι έξω όπου το πλήθος σπάει σε ξεχωριστά γκρουπάκια των 4-5 ατόμων. Κι εγώ έξω είμαι, αποτυγχάνω να ενταχθώ επιτυχώς σε κάποιο γκρουπ και γιαυτό προσπαθώ να πλασαριστώ στο διάδρομο, τουλάχιστο να έχω μια οπτική επαφή με τον πάτερ και τους συγγενείς. Γιαυτό δεν πάμε στην κηδεία; Να δεις τα πρόσωπα των συγγενών και φίλων, να προσπαθήσεις να κατανοήσεις τη θλίψη τους, να την κάνεις και δική σου. Να σφίξεις ένα χέρι που τρέμει και να φιλήσεις ένα δακρυσμένο μάγουλο.

Την ίδια ιδέα με εμένα έχουν κι άλλοι, ένας ψηλός μου παίρνει τη θέση, μια κυρία έρχεται και χώνεται αδιάκριτα μπροστά μου τρώγοντας αρκετά εκατοστά από το ζωτικό μου χώρο. Κάνω ένα βήμα πίσω. Δίπλα στέκεται ένας τύπος. Τον παρατηρώ. Πανάθεμα τον, είναι ολόιδιος με τον μακαρίτη. Όχι τόσο ίδιος ώστε να νομίσω πως βλέπω κάποιο όραμα, πως πρόκειται για νεκρανάσταση ή κάτι τέτοιο ανατριχιαστικό. Είναι τόσο όμοιος όπως είναι ένας αδερφός ίσως όχι δίδυμος, να χουν πες μια διαφορά τριών τεσσάρων χρόνων. Ή από αυτούς τους δίδυμους που δε μοιάζουν μεταξύ τους.

Στέκεται πολύ πίσω στο πλήθος. Αποκλείεται λοιπόν να είναι αδερφός. Ή μήπως όχι; Τι ιστορία μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτή την ασυνήθιστη απόσταση των δύο αδερφών σε αυτό το ύστατο αντίο. Θα μου πεις, μπορεί να αργοπόρησε. Είχε φοβερή κίνηση στους γύρω δρόμους, μέσα στην αναστάτωση του να μην υπολόγισε σωστά τις ώρες, να έφτασε λίγο μετά την έναρξη της λειτουργίας. Να μην θεώρησε σωστό να αναστατώσει όλο τον κόσμο που στεκόταν στο διάδρομο για να τοποθετηθεί αυτός δίπλα στο φέρετρο. Ίσως να είναι ταπεινός και να αντιλαμβάνεται τη ματαιότητα μιας τέτοιας κίνησης. Παρόλαυτα δεν κινείται κάποιος από τους γύρω μου να τον παρηγορήσει.

Ποιος ξέρει, μήπως να ήταν αδέρφια που δεν μιλάγανε μεταξύ τους; Μια ψυχρότητα για κάποιο ασήμαντο περιστατικό, που τους πείσμωσε και δεν ήταν γραφτό μέχρι τον απόλυτο χωρισμό τους να προλάβουν να πουν δυο κουβέντες αγάπης. Μήπως όμως κι αυτή η αποστασιοποίηση του ξεχασμένου αδερφού να δείχνει πως δεν έλιωσε ακόμα η πέτρα της οργής. Αποφασίζεις πως δεν σε συνδέει τίποτα με τον άλλον. Οι περίφημοι δεσμοί αίματος για σένα δε μετράνε. Τι πάει να πει; Αφού δεν υπάρχει η στοιχειώδης αλληλοκατανόηση, ο σεβασμός που θεωρείς αυτονόητο σε οποιαδήποτε ανθρώπινη σχέση, γιατί να ταλαιπωρείς τον εαυτό σου, γιατί να προσπαθείς να συμβιβάσεις πράγματα που είναι εμφανώς αντίθετα, άλλωστε η ζωή είναι σύντομη, μεγαλύτερη απόδειξη από την σημερινή κηδεία δεν υπάρχει. Γιατί όμως τότε να πας στην κηδεία του; Είπες δεν τον λογαριάζεις για δικό σου άνθρωπο. Σκέφτομαι να τον σκουντήξω. Να του πω, πες ρε μαλάκα την αλήθεια. Πες. Χτες το βράδυ που έμαθες τα νέα έκλαψες. Κλείστηκες κάπου μόνος, στην τουαλέτα, στις σκάλες, κάπου και θυμήθηκες πράγματα και έκλαψες. Σκέφτηκες μήπως έκανες κάπου λάθος, μήπως έπρεπε να χεις δει την κατάσταση διαφορετικά, το ξερες άλλωστε πως ήταν άρρωστος ο αδερφός σου.

Έχει τρίχες στα αυτιά. Πολλές. Μιλάμε για φοβερή τριχοφυία. Αν είναι και λίγο έξυπνος θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τριχοευφυία. Κακόρε.

Πάντα απορούσα πως γίνεται να φυτρώνει τόση πολύ τρίχα στα αυτιά. Και τι μπορείς να κάνεις για αυτό; Δε μπορείς να τις κόβεις; Ή δε σε απασχολεί; Ή μήπως πιστεύεις πως σου δίνει χαρακτήρα και τύπο. Μήπως είναι γοητευτικό; Ποιος τις ξέρει τις γυναίκες, μπορεί να το βρίσκουν κι αυτό ότι είναι σέξι. Μπορεί να ακούσεις πίσω σου δύο να πλησιάζουν τα κεφάλια τους και να ψιθυρίζουν μεταξύ τους «τρίχες στα αυτιά ε, ξέρεις τι λένε» κι ύστερα να χαχανίζουν βάζοντας το χέρι μπροστά στο στόμα, προσπαθώντας να καλύψουν τα γέλια τους που λόγω της νευρικότητας γίνονται όλο και πιο δυνατά, μέχρι εσύ να ξεσπάσεις εξοργισμένος, να γυρίσεις και να τους φωνάξεις «για όνομα του θεού σταματήστε επιτέλους, σεβαστείτε τη στιγμή!». Θα ντροπιαστούν προσωρινά, μα στο βλέμμα τους θα διαβάσεις πως σε έχουν καταλάβει, δεν επρόκειτο για επίπληξη αλλά για ξεκάθαρη σκηνή ζηλοτυίας, σου χαν πει πως τα παπούτσια είναι το πρώτο πράμα που προσέχουν οι γυναίκες, ξόδεψες ένα σκασμό λεφτά και δεν εισέπραξες ούτε μια φιλοφρόνηση.. Κορόιδο!

Βλέπω πάντως πως ο αδερφός εκτός από τα αυτιά έχει και τρίχες στο σβέρκο. Άρα πιθανότατα δεν έχει πάει για κούρεμα εδώ και αρκετό καιρό. Όταν θα πάει, ο κουρέας θα περιποιηθεί όλη την ευρύτερη περιοχή, θα κόψει και τις τρίχες στα αυτιά και άμεσα θα βελτιωθεί κατά ένα σημαντικό ποσοστό και η ακοή του μίστερ. Μπορεί πάντως να μην πρόλαβε να κουρευτεί, αλλά τουλάχιστο είναι φρεσκοξυρισμένος. Είναι δεν είναι αδερφός, πριν φύγει για την κηδεία έκανε μια ωραία σαπουνάδα, έβαλε μια παύση στις αναμνήσεις και έδωσε όλη την προσοχή του στο ξυράφι, που καυτό όπως βγήκε από το βραστό νερό, έκανε αυτή την αργή και ανακουφιστική διαδρομή πάνω στο δέρμα. Οι μεγαλύτεροι πηγαίνουν περιποιημένοι στις κηδείες. Αποχαιρετάμε τον φίλο μας, τον συγγενή μας, τον δικό μας άνθρωπο, οφείλουμε να είμαστε ευπρεπείς, να μη λυγίσουμε. Το χουμε ξαναδεί άλλωστε το έργο. Σε πόσες κηδείες να έχουμε πάει; Τέσσερις σίγουρα στο τελευταίο εξάμηνο. Γιαυτό άλλωστε δεν πάμε; Δεν αφορά εμάς, τα δικά μας συναισθήματα, την έκφραση συμπόνοιας προς τους τρίτους, αφορά τον άνθρωπο που έφυγε. Πρέπει να είμαστε αξιοπρεπείς και τυπικοί, σε αυτή την τελετουργία εξευτελισμού του ανθρώπινου σώματος – σε χώνουν σε ένα κουτι, σε βάζουν σε μια τρύπα, σου πετάνε διαδικαστικά τρεις ψαλμούς, σε σκεπάζουν βιαστικά με χώμα, τελείωσες, επόμενος – εμείς θα είμαστε όρθιοι, γεροί, θα πούμε αντίο φίλε, είναι ένας σκληρός κόσμος και τα πήγες αρκετά καλά.
Αντιθέτως οι νέοι στέκονται απέναντι σε αυτά τα περιστατικά πιο τρομαγμένοι και ξαφνιασμένοι, που δε ξέρουν πως να αντιδράσουν και ενισχύουν αυτή τους την αμηχανία με ένα στυλιζάρισμα πένθους. Μαύρα γυαλιά, υπερβολικές αντιδράσεις, μούσια, κλάματα και έξτρα λάρτζ δράματα. Εξωτερίκευση των συναισθημάτων, ανάγκη έκφρασης τους, πεποίθηση πως πρέπει να εκφράσεις τον πόνο σου, γιατί όλο αυτό αφορά και εσένα, αν ήσουν ο αντικειμενικός παρατηρητής του εαυτού σου μήπως θα τον έκρινες εκ των υστέρων λάθος, μήπως δεν έκλαψες όσο ήθελες ή μήπως στάθηκες λάθος; Όλα παιζουν ρόλο.

Δεν είμαι πλέον στο διάδρομο. Η κηδεία τελείωσε προ πολλού, στο μεταξύ ήπιαμε καφέδες, κονιάκ και απ όλα. Ήταν η σκέψη μου αυτή που έκανε αδικαιολόγητες παρακάμψεις κι έμεινε αρκετά πιο πίσω από την τελετή. Αρκετά μακριά για να χάσω τη στιγμή που το φέρετρο άνοιξε, έγινε η τελευταία αποκάλυψη του νεκρού στους δικούς του ανθρώπους. Ίσως καλύτερα. Με είχε καταβάλει μια παράλογη ανάγκη να κοιτάξω για τυχόν τρίχες στα αυτιά του μακαρίτη. Θα ήταν βέβαια έστω μια ένδειξη, τώρα θα μείνω για πάντα με την απορία: Άραγε ήταν τελικά εκείνος ο τύπος αδερφός του μακαρίτη και αν ναι γιατί δεν πλησίασε;
Ποιος νοιάζεται στο φινάλε. Άσε τους ανθρώπους να έχουν τις δικές τους ιστορίες, ποιος σε όρισε εσένα κριτή συμπεριφορών. Παρατηρώ την επόμενη κηδεία. Τέσσερα άτομα ακολουθούν ένα φέρετρο, κάποιος σπρώχνει ένα καροτσάκι με μια γριούλα. Τέσσερις, με τη γριά πέντε, άντε εφτά, σου βάζω δέκα χονδρικά όλοι κι όλοι. Έχει σημασία ρε γαμώτη;
Πέντε ή εκατό ή χιλιοι διακόσιοι; Πόσους προτιμας να έχεις στην κηδεία σου;
Χίλιοι μπορεί να σημαίνει ότι σε αγαπάει πολύς κόσμος αλλά έφυγες βιαστικά και άδικα. Πέντε μπορεί να σημαίνει ότι έφυγες διακοσίων χρονών, προηγουμένως πρόλαβες και τους έθαψες όλους εσύ και τώρα δεν έχεις κανέναν να σε σκεπάσει με λίγο χώμα. Λες και έχει σημασία. Κάποιος παραδίπλα είπε πως στην κηδεία του Τζανετάκου ως φόρο τιμής θα απονείμουν τιμητικό φατούρο στον εκλιπόντα. Δε γέλασε κανείς.



Οκ, εγώ ψιλογέλασα.