Τετάρτη, Οκτωβρίου 29, 2008

Το μονόπρακτο του Κιούμπρικ

Αργά το απόγευμα στη στάση του μετρό, άντρας και γυναίκα περιμένουν κουρασμένοι.

Επόμενος συρμός σε 7 λεπτά


Ξεφυσάνε. Δε μιλάει κανείς


Επόμενος συρμός σε 4 λεπτά

Αυτός: Έχεις σκεφτεί ποτέ πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος αν ο Ρούμπικ έφτιαχνε ταινίες και ο Κιούμπρικ κύβους?

Αυτή: Οι ταινίες θα είχαν καρέ χωρισμένα σε 9 κομμάτια και ο κύβος θα παρέμενε τόσο δυσνόητος όσο είναι τώρα

Αυτός: Ναι αλλά και πάλι..

..Θα υπήρχαν διαγωνισμοί ποιος θα λύσει πιο γρήγορα τον κύβο του Κιούμπρικ?
Αυτή: Ποιος θα τον λύσει με μάτια ερμητικά κλειστά

Αυτός: Αν και το κουρδιστό πορτοκάλι τώρα που το σκέφτομαι ήταν απλώς ένα ανεπιτυχές βήμα προς την κατασκευή του κύβου..

.. δηλαδή πήρε το πορτοκάλι και το κούρδισε..

Θέλω να πω, ...το είχε στο μυαλό του!


..το παίδευε


..τι κριμα που μας αφησε νωρις και δεν ολοκληρωσε το εργο του
Αυτή: εκοιμήθει υπο τους ήχους γραναζιών

Επόμενος συρμός σε 2 λεπτά

Αυτός: Εγώ προσωπικά δε μπορώ να κοιμηθώ αν δεν έχει απόλυτη ησυχία
..ή αν δεν υπάρχει μια αντιλόπη μέσα στο κτίριο.

Ακούγεται παράξενο ίσως αλλά η φυσική παρουσία μια αντιλόπης με ηρεμεί.

Αυτή: Εγώ αν έχω φάει την αντιλόπη προηγουμένως δε μπορώ να κλείσω μάτι

..

Αυτή: Κοίτα .... οξύμωρον ε?

Αμα «κλείσεις τα μάτια» της αντιλόπης και μετά τη φας δε μπορείς εσύ μετά να κλείσεις μάτι


..Ουάου, ε?

Αυτός: Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι.

Εγώ απλά μαχαιρώνω την αντιλόπη και την τρώω.
Έτσι απλά, χωρις συναισθηματισμους

Ο συρμός φτάνει. Επιβιβάζονται. Πιάνονται από τις χειρολαβές.

Αυτή: Δεν έχεις αναρωτηθεί ποτέ πού είναι ο Θεός όταν χώνεις τα δάχτυλα σου ανάμεσα σε μυς και φλέβες?

Όταν πιπιλίζεις το μυελό των οστών δεν ακούς τη μουσική των αγγέλων?

Αυτός: Αν υπαρχει θεος, ΑΝ λεω, τοτε σιγουρα δεν ειναι μεσα στο παγκρεας της αντιλοπης

(κάποιος επιβάτης δίπλα τους βήχει διακριτικά)

Αυτός: εχω ψαξει, γιαυτο το λεω

Αυτή: είναι καλή κρυψώνα πάντως
για εμάς δηλαδή

αμα έρθουν οι Γερμανοί ξανά

Αυτός: ναι, εγω πχ δε θα εψαχνα

Επόμενη στάση Πανεπιστήμιο - επιβιβάζεται πολύς κόσμος

Αυτή: να, είδες?

Αν η Αννα Φρανκ είχε σκεφτεί καλύτερα τις επιλογές της τώρα θα ήταν στο Ακαπούλκο να τρώει τη σύνταξη του Εβραίου τραπεζίτη συζύγου της

Αυτός:
του Stein λες.

Ωραιο ζευγάρι! Frank& Stein

Αυτή:
..και το παιδί τους frank & stein junior

Η στάση μου. Κατεβαίνω, τα λέμε αύριο.

Αυτός:
Αντίο.

Ναι, αλλα προκύπτει ένα παράδοξο ..
(φτάνει σπρώχνοντας και ανοίγει το παράθυρο καθώς ο συρμός ξεκινάει. Φωνάζει)

αν υπήρχε στο κτίριο αντιλόπη τότε η Αννα Φρανκ θα είχε αποκοιμηθεί και άρα δε θα μπορούσε να κρυφτεί στο πάγκρεας του ζώου για να γλυτώσει από τους Γερμανούς και να κάνει στο μέλλον τον Φράνκενστάιν Τζούνιορ

Αυτή (φωνάζει):Μπορεί να κατάφερνε να μείνει ξύπνια αν απασχολούσε τον εαυτό της με λίγο κύβο του Κιούμπρικ

(το τρένο αφηνει την αποβάθρα)

Αυτός: (μονολογεί χαμηλόφωνα)

Μα πώς θα μπορούσε να αποκοιμηθεί όμως όταν γνώριζε πως οι αντιλόπες του κόσμου εκει έξω παράγουν τεράστια νούμερα διοξειδίου του άνθρακα και η εκτροφή τους σε μεγάλες ποσότητες για κατανάλωση κρέατος, έχει φτάσει τον πλανήτη στα όρια του και πλέον μας απειλεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου.

(Κοιτάζει τριγύρω του, τον κοιτούν περίεργα. Σωπαίνει)

Αυτός: (αρχίζει και γελάει)
Τώρα έβαλα στο μυαλό μου ένα θερμοκήπιο που καλλιεργεί μικρους εκκολαπτόμενους grow-your-own Ronaldo για να κατακλυσει την ποδοσφαιρική αγορά από φαινόμενα του θερμοκηπίου με γρήγορη τρίπλα και αραιά δόντια.

(Δε γελάει κανείς άλλος. Ξανασωπαίνει και βυθίζεται στο κάθισμα του)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 02, 2008

2 χρόνια Fight Back

Νότια Ιταλία. Φθινόπωρο 2008. Η πιο πολυτελής δεξίωση που έχω πάει ποτέ. Κτήμα που εκτείνεται όσο φτάνει το μάτι σου, τραπέζια στρωμένα με κατάλευκα σεντόνια. Κόσμος περιφέρεται με ένα κοκτέιλ στο χέρι. Ντυμένοι με πανάκριβα φορέματα και κουστούμια. Ακραία επίδειξη πλούτου. Περιδέραια κρατιούνται απο καλοσχηματισμένους ώμους. Λεμονιές δημιουργούν ιδανικό ίσκιο, πλακόστρωτο παρεμβάλεται ανάμεσα στο καταπράσινο χορτάρι, για να μη βουλιάζουν τα τακούνια των κυριών και τους δημιουργούν άβολες καταστάσεις κατα το περπάτημα τους.

Εγώ με το ριγέ κουστούμι μου νομίζω πως δείχνω μυστηριώδης και γοητευτικός έτσι που έχω ακουμπήσει στο μπαρ και διατάζω με ένα νεύμα μου τον μπάρμαν να ανανεώνει το μαρτίνι μου. Δίπλα μου στέκεται ένας κουβανός κακοντυμένος, παράταιρο θέαμα. Γυναίκες με χρωματιστά μακριά φορέματα μου χαμογελάνε που και που. Μια μπάντα αρχίζει και παίζει. Εμφανίζεται εκείνη. Δεν περίμενα οτι θα την έβλεπα ποτέ απο τόσο κοντά. Συνηθισμένη, μα εξωτική και λαμπερή. Η Σακίρα τραγουδάει με τη μπάντα των Κουβανών. Όλοι γυρνούν το βλέμμα και χειροκροτούν ελαφρά, μετά γυρνάνε πάλι στις παρέες του και χάνονται στις χλιαρές συζητήσεις τους. Δεν εκπλήσεται κανείς, λες και ζουν έτσι κάθε μέρα. Καθιστοί σε κάποια πολυθρόνα με σερβιτόρους να τους φέρνουν οτιδήποτε θέλουν πριν ακόμα το ζητήσουν κι όλα αυτά ενώ παραδίπλα τραγουδάει αισθαντικά μόνο για την πάρτη τους η Σακίρα. Συνηθισμένα πράγματα.

Αποφασίζω να σφίξω τη γραβάτα μου λίγο. Βγάζω απο την τσέπη τα μανικετόκουμπα και τα ξαναφοράω. Αν είναι να με προσέξει η Σακίρα, ας με δει στα καλύτερα μου. Τελειώνει το τραγούδι της, χαμογελάει και χάνεται μέσα στον κόσμο. Έτσι κοντή που είναι κιόλας, άντε να την εντοπίσεις. Η μπάντα διαλύεται ησύχως. Ο κουβανός μένει πάλι μόνος και πλησιάζει στο μπαρ. Μαζική μετατόπιση των καλεσμένων προς το μπουφέ. Τεραστίων διαστάσεων. Για όλες τις προτιμήσεις, οι καλεσμένοι προέρχονται απο όλο τον κόσμο πρέπει όλοι να μείνουν ικανοποιημένοι. Δε μπαίνω στην ουρά. Θα μείνω εδώ άλλο λίγο στο μπαρ που έχω πάρει την καλή μου ποζα και φαίνεται το ωραίο μου προφίλ. Φωτίζεται καλά και το ριγε κουστούμι μου που ακριβοπλήρωσα για την περίσταση. Κοιτάζω τους άντρες. Σφιχτά σώματα, ζυγωματικά έτοιμα να εκραγούν και να σχίσουν το πρόσωπο. Ακριβά παπούτσια. Αυτά λέει προσέχουν πρώτα οι γυναίκες.

Σφιχτοί κώλοι. Αυτούς προσέχουν πρώτα οι άντρες. Κοσμήματα εκατομμυρίων. Χρώματα. Αρώματα. Διακριτικό ντου στο μπουφέ. Φαίνεται όσα εκατομμύρια και να έχεις στο λογαριασμό, όσο και να έχεις χορτάσει την πολυτέλεια, δε μπορείς να αντισταθείς να τσακίσεις ένα προσεγμένο μπουφέ. Εγώ παρατηρώ. Απο το μπαρ. Είμαι πάνω απο όλα αυτά. Η πείνα βέβαια με έχει τσακίσει, όταν αραιώσει ο κόσμος θα κάνω μια βόλτα πάνω απο τα φαγητά και με ύφος αποδοκιμασίας θα ρημαδοβάλω 2-3 γιγάντιες γαρίδες για να μη προσβάλω τον οικοδεσπότη. Η Σακίρα στο μπουφέ! Θα μετρήσω μέχρι το 5 και είμαι βέβαιος πως θα γυρίσει να με κοιτάξει. Πέρασαν τα πέντε. Δε γύρισε. Έφτιαξε ένα πιάτο απο μικροσκοπικές ντομάτες και αβοκάντο. Η δίαιτα των στάρ του χόλιγουντ.

Ποτά, χαμόγελα, μουσική, συζητήσεις απο αυτές που κάνουν οι πλούσιοι μεταξύ τους και στο τέλος κάποιος λέει κάτι και γελάνε όλοι μαζί βροντερά και δήθεν λυτρωτικά.

Περάστε στα γλυκά. Ποιο το νόημα αυτής της γιορτής; Φάγαμε ήπιαμε, μας είδαν, στριφογυρίσαμε μέσα στο φόρεμα μας και επιστρέψαμε στις βίλες μας για να οργανώσουμε δύο φορές καλύτερη δεξίωση. Πολλά γλυκά πάντως. Αν με αφήναν σε μια τεράστια αίθουσα με όλα αυτά τα γλυκά μόνο μου, θα τα έτρωγα όλα κι ας έμενα μετά στον τόπο απο χοληστερίνη ή γλυκερίδια ή τελος πάντων ότι παθαίνει αυτος που τρώει πολλά γλυκά. Ξέρω γω, ζάχαρο? Τι περιμένετε ρε μαλάκες να σας πω, που να ξέρω γιατρός είμαι?


Και τότε τον βλέπω. Τότε καταλαβαίνω. Έρχονται στο μυαλό μου εικόνες. Αυτός ο κουβανός όλο το βράδυ. Η ίδια εικόνα. Το είδωλο μου. Αυτός που θα ήθελα να είμαι. Ο κουβανός μέσα σε μία παρέα, με τζινακι και μαύρο γιλέκο, κι ένα κουτάκι Heineken στο χέρι. Όλο το βράδυ με heineken στο χέρι. Είχε δίπλα του τους αστακούς, τα ακριβότερα ουίσκια, όλη τη χλιδή του κόσμου και έπινε heineken και μάλιστα κουτάκι αυτό το ασημί με πράσινες λωρίδες.

Ακόμα κι όταν η ζωή τον έφερε στην πιο πλούσια δεξίωση του κόσμου αυτός αρκέστηκε σε ένα δυο κουτάκια heineken. Περιφρονεί τα πάντα. Και πίνει μπύρα.
----

Ξύπνησα απότομα. Ήμουν ιδρωμένος, το δωμάτιο είχε υπερβολική υγρασία. Ανασηκώθηκα στο κρεβάτι. Το σπίτι ήταν δυάρι και έξω ούρλιαζαν σειρήνες περιπολικών. Το νέον του απέναντι ξενοδοχείου αναβόσβηνε ρίχνοντας μου μπλε φως. Ακαταστασία παντού. Πεταμένα ρούχα και παρατημένα κουτιά από προχθεσινα delivery. Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη. Καμία έκπληξη. Ήμουν ο κουβανός. Στο κρεβάτι δίπλα μου κοιμόταν γυμνή η Σακίρα.
Παλιοζωή, σκέφτηκα. Έπνιξα τους καημούς μου σε μια παγωμένη heineken.